Σταυρακίου

Σταυρακίου
Σταυράκιος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • θεόκτιστος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε με ξίφος. H μνήμη του τιμάται στις 4 Φεβρουαρίου. 2. Αποκεφαλίστηκε για τις ιδέες του με ξίφος. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Οκτωβρίου. 3. Θ. ο ναύκληρος. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στην… …   Dictionary of Greek

  • Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην …   Dictionary of Greek

  • Θεοφανώ — Όνομα αυτοκρατειρών της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. 1. Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου (αρχές 9ου αι.). Ήταν ανιψιά της βασίλισσας Ειρήνης και σύζυγος του Σταυρακίου, γιου του αυτοκράτορα Νικηφόρου A’ (802 811). Εξαιτίας του τραυματισμού του στη μάχη… …   Dictionary of Greek

  • Ιωαννιτών, δήμος — Δήμος (70.203 κάτ.) του νομού Ιωαννίνων, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο και τις πρώην κοινότητες Μαρμάρων, Νεοχωροπούλου και Σταυρακίου, οι οποίες καταργήθηκαν, καθώς και από τον συνοικισμό… …   Dictionary of Greek

  • Κωνσταντίνος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της νεότερης Ελλάδας. 1. Κ. Α’ (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, Αθήνα 1868 – Παλέρμο, Σικελία 1923). Βασιλιάς των Ελλήνων (1913 17, 1920 22). Ήταν πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Έπειτα από… …   Dictionary of Greek

  • Νικήτας — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Γότθος ευγενής, που καταγόταν από την Π/Λέρα από τον Ίστρο περιοχή. Μαρτύρησε στη φωτιά, έπειτα από διαταγή του άρχοντα των Γότθων Αθανάριχου, επί εποχής του Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Η μνήμη του… …   Dictionary of Greek

  • Πεντέλη — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 570 μ.) στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σταυρακίου. 2. Οικισμός (υψόμ. 430 μ.), κοινότητα που υπάγεται στη νομαρχία Αθηνών του νομού Αττικής της ομώνυμης περιφέρειας …   Dictionary of Greek

  • Τσιφλικόπουλο — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 510 μ.) στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομοϋ Ιωαννίνων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σταυρακίου …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”